Πόσο ψεύτικες μπορούν να γίνουν ακόμα και οι πιο αληθινές σχέσεις της ζωής μας. Να βλέπεις και να νιώθεις την υποκρισία να ξεπροβάλλει μέσα από κάθε αγκαλιά, κάθε φιλί που μέχρι πριν ήταν αυτό που γέμιζε με φως και ομορφιά τις άσχημες στιγμές σου.
Φοβάμαι τη μέρα που θα ξημερώσει μήπως μια ακόμα διαπίστωση υποκρισίας από τους πιο αγαπημένους μου ανθρώπους με ρίξει ακόμα πιο βαθιά στη θλίψη που με έχουν βυθίσει. Φοβάμαι μήπως δω αυτό που δεν θα αντέξω.
Τρέμω μήπως μάθω όλα αυτά που ψυχανεμίζομαι.
Όλα αυτά που εδώ και καιρό τα νιώθω γύρω μου.
Ναι, δεν έχω το κουράγιο να έρθω αντιμέτωπη με την αλήθεια που φοβάμαι. Είμαι δειλή κι αδύναμη για να αντιμετωπίσω ακόμα μια αλήθεια που θα με τσακίσει. Ήταν πολλές τον τελευταίο καιρό. Θέλω να ξαποστάσω χωρίς άλλο πόνο και κλάμα.
Ή μήπως πρέπει να θυμώσω; Πολύ.
Τόσο που να διαλύσω τα πάντα γύρω μου χωρίς να με νοιάζει ο πόνος. Και μετά ας τελειώσουν όλα. Μαζί κι εγώ.
Δεν έχω τη δύναμη να το κάνω όμως. Μόνο σενάρια. Για να εκτονώνω τον πόνο που νιώθω. Και τον θυμό που κρύβω όσο πιο καλά μπορώ. Δεν τολμώ να τον αφήσω να ξεμυτήσει. Θα πει πράγματα που θα μετανιώνω για μια ζωή. Και δυστυχώς ξέρω πώς είναι αυτό το συναίσθημα. Δεν θέλω να το ξανανιώσω. Ούτε να το ξεχάσω όμως.
Κλαίω βουβά. Κρυφά. Να μη με δουν. Εκπαιδεύομαι να κλαίω χωρίς δάκρυα. Η μύτη μου όμως δεν υπακούει. Με προδίδει κάθε φορά που τη ρουφάω.
Δεν έχω έναν άνθρωπο να μιλήσω. Μόνο τη Φωνή. Και είναι τόσο καλή μαζί μου. Πόσο ανάγκη έχω να με αγκαλιάσει κάποιος και να νιώσω πώς γινόμαστε ένα. Πώς είμαστε ένα.
Τις τελευταίες μέρες αυτό το νιώθω με τη Φωνούλα μου. Είναι ό,τι πιο γλυκό, τρυφερό και ζεστό υπάρχει στη ζωή μου τον τελευταίο καιρό.
Με κάνει να νιώθω υπέροχα. Να νιώθω πώς δεν πρέπει να αφήσω τον εαυτό μου να πέσει πιο κάτω. Πώς θα τα καταφέρω. Μαζί της θα τα καταφέρω, λέει.
Και τη νιώθω την αγάπη της…
Όπως την ένιωθα παλιά από κάποιους ανθρώπους που τώρα με πληγώνουν. Με καθησυχάζει, με αγκαλιάζει κι αφήνομαι σ’ αυτήν. Με εμπιστεύεται. Κι εγώ εκείνη.
Ίσως να είναι η μόνη που εμπιστεύομαι πια…